Γράφει η Τέσυ Μπάιλα // *
Αναζητώντας τα κριτήρια που ανάγουν ένα λογοτεχνικό έργο προορισμένο να περάσει στις επόμενες γενεές όχι ως μια απλή αφήγηση ευχάριστων ιστοριών αλλά ως ένα κλασικό έργο, θα πρέπει να σταθούμε στη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο μυθιστόρημα και στον στοχασμό, ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία. Ο Καμύ έλεγε: «Σκέφτομαι σημαίνει ξαναμαθαίνω να βλέπω, να παρατηρώ, να δημιουργώ με κάθε ιδέα ή με κάθε εικόνα»· κι αν ένα μυθιστόρημα είναι ικανό να κάνει κάτι, είναι αυτό ακριβώς, να μάθει στον αναγνώστη έναν νέο τρόπο θέασης της ζωής.
Στις μέρες μας η λογοτεχνία αντλεί επίσης στοχασμούς από τη φιλοσοφία. Κατά πόσο όμως μπορεί ένα μυθιστόρημα να γίνει ένας ισχυρός φορέας νοημάτων; Είναι η λογοτεχνία τελικά ένα όχημα για να οδηγηθεί κανείς σε λογικά συμπεράσματα; και αν ναι, ποιος είναι ο ρόλος της; να θέσει ερωτήματα, ή να τα απαντήσει;
Είναι αναμφίβολο ότι ο αφηγηματικός πυρήνας ενός έργου γίνεται η αφορμή για τη φιλοσοφική προσέγγιση μιας ιδέας. Από την άλλη, η ιστορία περιπλέκεται γύρω από ένα αφηγηματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εγκιβωτίζονται οι ιδέες. Και είναι ακριβώς αυτός ο εγκιβωτισμός των ιδεών που κάνει την αναγνωστική διαδικασία μια πορεία προς έναν τόπο στον οποίο συναντώνται οι σκέψεις και οι υπαρξιακές και αισθητικές αναζητήσεις, για χάρη των οποίων και μόνο μπορεί να γράφεται συχνά ένα μυθιστόρημα, ένα ποίημα ή απλώς ένας στίχος ενός μεγαλύτερου έργου.
Η ιδεολογία που φανερά ή υποδόρια διαπερνά ένα έργο και η λογοτεχνική αξιοποίηση των φιλοσοφικών προσεγγίσεών του είναι παράγοντες που ο λογοτέχνης πρέπει να έχει κατά νου, αν θέλει να του προσδώσει την απαραίτητη αισθητική αξία.
Καταγράφοντας τους προσωπικούς κραδασμούς του, ο λογοτέχνης καταθέτει μέσα στο έργο του ό,τι χαρακτηρίζει και οριοθετεί ως αξιακό μέτρο έναν ολόκληρο πολιτισμό, συσσωρευμένη γνώση και την αναζήτηση αληθειών αιώνων, μια συναίσθηση του πολιτισμού που επανέρχεται μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου, μια καταγεγραμμένη ματιά προσωπικής αρμονίας.
Παραφράζοντας τον Φλωμπέρ που έγραφε ότι «κάθε έργο προς σύνθεση έχει τη δική του ποιητική που πρέπει να τη βρούμε», θα μπορούσαμε να πούμε πως κάθε έργο προς σύνθεση έχει τη δική του φιλοσοφική διάσταση που οφείλουμε να ανακαλύψουμε, αξιολογώντας πρωτίστως την ύπαρξη εκείνων των στοιχείων που προσδίδουν το πνευματικό οξυγόνο στη σκέψη του δημιουργού.
Η συνύπαρξη της φιλοσοφίας με τη λογοτεχνία δεν είναι ένα εύρημα της σύγχρονης λογοτεχνίας. Αναζητώντας τις ρίζες, τη βλέπουμε να απαντά στο έργο του Πλάτωνα αλλά και του Αριστοτέλη. Το έργο των μεγάλων αυτών φιλοσόφων γίνεται αφορμή για μία εν τω βάθει αναλυτική προσέγγιση του κόσμου. Αλλά και πολύ αργότερα, η γερμανική φιλοσοφία επίσης οριοθετεί τη σχέση αυτή με κύριους εκφραστές της τον Χέγκελ και τον Καντ, ο οποίος έγραφε: «Να ενεργείς με τέτοιον τρόπο, ώστε η αρχή στην οποία στηρίζεται η πράξη σου να μπορούσε να γίνει παγκόσμιος νόμος», υπονοώντας ασφαλώς τη δύναμη που μπορεί να έχει η δημιουργία στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Πρόκειται για μια δυναμική επιρροή της φιλοσοφίας στη δομή, στο ύφος, στο περιεχόμενο και στον λόγο της λογοτεχνίας, που γίνεται ορατή σε όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης.
Ο λογοτέχνης καταγράφει την εμπειρική γνώση, παρατηρεί διεισδυτικά και αντικρίζει αλήθειες που με τον ελεύθερο στοχασμό του μπορεί να ενσωματώσει στον δικό του λόγο, για να εξηγήσει μια σειρά από σκέψεις που ενσωματώνονται μέσα στις σελίδες ενός μυθιστορήματός, κάνοντάς το ταυτόχρονα ένα πολυφωνικό είδος τέχνης.
Χαρακτηριστική είναι επίσης η εμφάνισή της στην ποίηση. Ποιητές όπως ο Σολωμός, επηρεασμένος από τη γερμανική φιλοσοφία, ο Σεφέρης και ο Ελύτης εμβολιάζουν τον ποιητικό τους λόγο με στοχασμούς που δανείζονται από την ελληνική φιλοσοφία και δημιουργούν το δικό τους ποιητικό σύμπαν, μέσα στο οποίο οι ιδέες έχουν πρωταρχική θέση.
Ωστόσο, είναι αναμφίβολο ότι μιλώντας για τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο μυθιστόρημα, σε ένα ποίημα, στη λογοτεχνία εν γένει και στη φιλοσοφία, θα πρέπει να θεωρούμε το λογοτεχνικό έργο ως μία νοητική σύνθεση, με αφηγηματικά μέρη που κινούν λογικούς συλλογισμούς και όχι ως ένα φιλοσοφικό δοκίμιο ενταγμένο μέσα στην πλοκή μιας ιστορίας. Οι ιδέες και οι εικόνες του θα πρέπει να γίνονται η αφορμή για τη δημιουργία υπό το πρίσμα μιας νέας λογικής· και αυτός είναι ένας τρόπος για να υψωθεί ένα έργο σε σφαίρες υψηλότερης αισθητικής.
_____________________________________