Το υποβρύχιο «Ναυτίλος» του πλοιάρχου Νέμο σε σύγχρονη έγχρωμη απόδοση
Φαντάστηκε – μεταξύ άλλων – το ελικόπτερο, το δίκτυο των παγκόσμιων τηλεπικοινωνιών και τα διαστημικά ταξίδια σε μια σειρά από μυθιστορήματα που μάγεψαν πολλές γενιές εφήβων. Ο λόγος είναι για τον μεγάλο γάλλο συγγραφέα Ιούλιο Βερν (φωτο.) και για τη σειρά των 54 μυθιστορημάτων του που είχαν εκδοθεί με τον γενικό τίτλο «Θαυμαστά ταξίδια». Εφέτος κλείνουν 150 χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου από αυτά, του βιβλίουΠέντε εβδομάδες σε αερόστατο.
Η επαφή μου με τον Ιούλιο Βερν ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία, όταν «ανακάλυψα» στην οικογενειακή βιβλιοθήκη μας πολλά από τα βιβλία του μεταφρασμένα στα ελληνικά. Γι’ αυτό και εδώ χρησιμοποιώ τη μετάφραση των τίτλων αυτών των βιβλίων όπως τη γνώρισα από τις πρώτες ελληνικές εκδόσεις. Την ίδια περίπου εποχή, στα τέλη της δεκαετίας του 1950, μερικά από τα έργα του Βερν είχαν κυκλοφορήσει και σε εικονογραφημένες εκδόσεις «κόμικς», με κείμενο που έδινε μόνο τη στοιχειώδη πλοκή και πολύχρωμη εικονογράφηση. Νομίζω ότι ήταν αυτού του είδους οι εκδόσεις, από τις οποίες απουσίαζε εντελώς η λογοτεχνική πλευρά των έργων, που έδωσαν στον Βερν την εικόνα του «προφήτη της τεχνολογίας» περισσότερο από την εικόνα ενός μεγάλου λογοτέχνη.
Η σειρά «Θαυμαστά ταξίδια» (Voyages extraordinaires) ξεκίνησε το 1863 με το βιβλίο Πέντε εβδομάδες σε αερόστατο, στο οποίο ο συγγραφέας αφηγείται τις περιπέτειες ενός άγγλου επιστήμονα, του Δρος Φέργκιουσον, ο οποίος προσπαθεί να διασχίσει την Αφρική από την ανατολική προς τη δυτική ακτή επιβαίνοντας σε ένα αερόστατο.
Η τεχνολογική «πινελιά» στο βιβλίο αυτό έγκειται στο ότι το αερόστατο του Δρος Φέργκιουσον χρησιμοποιεί υδρογόνο τόσο για την πλήρωση του σάκου όσο και για τη θέρμανση του αερίου σε αυτόν. Ετσι ο πιλότος μπορεί να πετύχει τον έλεγχο της ανόδου και της καθόδου κατά βούληση, θερμαίνοντας το υδρογόνο στον σάκο για την άνοδο και ψύχοντάς το για την κάθοδο, σε αντίθεση με τα αερόστατα της εποχής, στα οποία οι επιβάτες απέρριπταν έρμα για την άνοδο και περίμεναν τη διαφυγή ή την ψύξη του αερίου για την κάθοδο. Το στοιχείο αυτό αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος όλου του βιβλίου, αποδείχθηκε όμως πολύ σημαντικό στην τεράστια επιτυχία του. Από τότε στα υπόλοιπα 53 βιβλία της σειράς ο Ιούλιος Βερν προσπαθούσε, όσο μπορούσε, να περιλαμβάνει στην πλοκή εφευρέσεις ή καταστάσεις που φαίνονταν «λογικές» στην εποχή του, ως αποτέλεσμα της τεχνολογικής εξέλιξης γνωστών επιστημονικών ανακαλύψεων. Αλλες από αυτές τις ιδέες του πραγματοποιήθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα, άλλες σε μεγαλύτερο και άλλες απλώς παρέμειναν ως ενδιαφέρουσες αλλά ακόμη ανεφάρμοστες συλλήψεις ενός δημιουργικού μυαλού. Σίγουρα όμως δεν ήταν ένας «κλασικός» συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας. Οπως άλλωστε είχε δηλώσει κάποτε και ο ίδιος, «σκοπός μου δεν είναι να προφητέψω αλλά να διαδώσω τη γνώση».
Οπως ήδη ανέφερα, η «επιφανειακή» ανάγνωση των βιβλίων του Βερν οδήγησε τους περισσότερους να τον θεωρούν συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας, και μάλιστα έναν από τους θεμελιωτές αυτού του είδους λογοτεχνίας. Ωστόσο η διαφορά του Ιουλίου Βερν από τους «κλασικούς» συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας είναι ίσως λεπτή αλλά ξεκάθαρη. Οι «άλλοι» συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας φαντάστηκαν καταστάσεις που απείχαν πολύ από το επιστημονικό και τεχνολογικό επίπεδο της εποχής τους. Κλασικά παραδείγματα: ο αόρατος άνθρωπος και η εισβολή εξωγήινων (Οράτιος Γουέλς), η αναβίωση νεκρών (το τέρας του Φρανκενστάιν της Μαίρης Σέλεϊ) και η ζωή στον Αρη (Εντγκαρ Ράις Μπάροους).
«Λογικές» εφευρέσεις
Αντίθετα, ο Ιούλιος Βερν στηρίχθηκε στη γνωστή επιστήμη και τεχνολογία της εποχής του για να περιγράψει τη λογική και πιθανά αναμενόμενη εξέλιξή τους, η οποία, τις περισσότερες φορές, δεν άργησε να πραγματοποιηθεί. Το 1870 περιέγραψε στο μυθιστόρημά του 20.000 λεύγες υπό την θάλασσα ένα υποβρύχιο, τον «Ναυτίλο», το οποίο ο εφευρέτης του, πλοίαρχος Νέμο, χρησιμοποιούσε για να πετύχει την παγκόσμια ειρήνη. Τα πρώτα υποβρύχια είχαν δοκιμαστεί το 1862, κατά τη διάρκεια του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, αλλά η αυτονομία και οι δυνατότητές τους δεν είχαν καμία σχέση με τον «Ναυτίλο», οι επιδόσεις του οποίου έμοιαζαν περισσότερο με εκείνες των σημερινών πυρηνοκίνητων υποβρυχίων. Το 1886 περιέγραψε το ελικόπτερο στο μυθιστόρημά του Ροβήρος ο κατακτητής, ενώ η πρώτη πετυχημένη πτήση ελικοπτέρου πραγματοποιήθηκε το 1906 από τους γάλλους αδελφούς Μπρεγκέ. Το 1865 (Από τη Γη στη Σελήνη) και το 1870 (Γύρω από τη Σελήνη) περιέγραψε ένα «αποτυχημένο» ταξίδι στη Σελήνη, κατά το οποίο το διαστημόπλοιο «έχασε» τον στόχο του, λόγω της βαρυτικής πάρελξης ενός αστεροειδούς, διέγραψε ένα ημικύκλιο γύρω από τον δορυφόρο μας και επέστρεψε στη Γη. Οπως είναι γνωστό, ο πρώτος άνθρωπος πάτησε το πόδι του στη Σελήνη το 1969, αλλά αξίζει να αναφερθεί ότι το 1970 το διαστημόπλοιο «Απόλλων 13», κατά την τρίτη στη σειρά διαστημική αποστολή στη Σελήνη, έπαθε μια σοβαρή βλάβη και χρειάστηκε να ακολουθήσει ακριβώς την ίδια τροχιά με αυτήν που είχε φανταστεί ο Ιούλιος Βερν ακριβώς 100 χρόνια πριν, καταλήγοντας και αυτό να προσθαλασσωθεί στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Η αγάπη του για την Αστρονομία ενέπνευσε στον Βερν άλλα τρία βιβλία:
Ταξίδι σε κομήτη (1887),
Η Γη άνω κάτω (1889) και
Το κυνήγι του μετεώρου (1901). Στο πρώτο πραγματεύεται τη σύγκρουση της Γης με έναν κομήτη, η οποία έχει αποτέλεσμα να αποσπαστεί ένα μικρό κομμάτι της Γης με τους κατοίκους της και να ακολουθήσει τον κομήτη στην περιφορά του γύρω από τον Ηλιο, προτού επιστρέψει στη Γη. Στο δεύτερο αφηγείται την προσπάθεια των αστροναυτών του ταξιδιού στη Σελήνη που σκέπτονται, μετά την επιτυχή επιστροφή τους, να αλλάξουν την κλίση του άξονα περιστροφής της Γης για να τροποποιήσουν το κλίμα του Βόρειου Πόλου. Στο τρίτο αφηγείται την προσπάθεια δύο ερασιτεχνών αστρονόμων να εκμεταλλευθούν το χρυσάφι που περιέχεται σε έναν αστεροειδή. Και οι τρεις ιστορίες αποτελούν σήμερα αντικείμενα σοβαρών συζητήσεων στη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Τέλος, το 1904 περιέγραψε στο μυθιστόρημά του
Ο κοσμοκράτωρ ένα όχημα που μπορούσε να μετατραπεί σε αυτοκίνητο, αεροπλάνο, πλοίο ή υποβρύχιο, εμπνευσμένος προφανώς από την πρώτη πτήση των αδελφών
Ράιτ το 1902. Είναι αξιοσημείωτο ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1960 κυκλοφόρησε ένα γερμανικό αυτοκίνητο, το Amphicar, που μπορούσε να κινηθεί και στην επιφάνεια του νερού, σαν πλοίο.
Ο Ιούλιος Βερν υπήρξε ένας πολυγραφότατος συγγραφέας, με περισσότερα από 100 βιβλία στο ενεργητικό του, από τα οποία 54 ανήκουν στην περίφημη σειρά «Θαυμαστά ταξίδια». Αντίθετα ίσως από την εντύπωση που έχει δημιουργηθεί, το βασικό στοιχείο στα βιβλία αυτά, όπως και στα υπόλοιπα έργα του Βερν, δεν είναι η επιστημονική φαντασία, αλλά οι ανθρώπινοι χαρακτήρες και η εξέλιξη της κοινωνίας. Το στοιχείο της επιστημονικής φαντασίας χρησιμοποιείται για να τοποθετήσει τους ανθρώπους σε καταστάσεις πρωτόγνωρες για την εποχή του και ήταν αυτό βέβαια που χάρισε τόσο ευρεία αναγνώριση στον μεγάλο συγγραφέα.
Ο Ιούλιος Βερν είναι ο δεύτερος σε αριθμό μεταφράσεων συγγραφέας μετά την Αγκαθα Κρίστι. Τα έργα του είχαν μεγάλη απήχηση και διαμόρφωσαν τους χαρακτήρες εκατομμυρίων εφήβων στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού. Πέρα από την ανάπτυξη του πνεύματος της αναζήτησης και την εμπλοκή του μέσου αναγνώστη στην τεχνολογία, κάτι που δεν ήταν και πολύ συνηθισμένο τότε, γνωρίζουμε ότι οδήγησαν γνωστούς επιστήμονες και εφευρέτες στην υλοποίηση ιδεών που «δανείστηκαν» από τον μεγάλο γάλλο συγγραφέα. Για παράδειγμα, ο πρωτοπόρος αμερικανός σχεδιαστής υποβρυχίων Σάιμον Λέικ έλεγε ότι πολλές από τις ιδέες του τις είχε δανειστεί από το βιβλίο 20.000 λεύγες υπό την θάλασσα. Τον ίδιο θαυμασμό γι’ αυτό το βιβλίο είχε και ο γάλλος εξερευνητής των βυθών Ζακ Υβ Κουστό. Ο Βραζιλιάνος Αλμπέρτο Σάντος-Ντιμόν, ο οποίος κατασκεύασε το πρώτο επιχειρησιακά πλήρες πηδαλιουχούμενο αερόστατο το 1901 και ένα από τα πρώτα αεροπλάνα το 1906, απέδιδε στον Ιούλιο Βερν την έμπνευσή του γι’ αυτές τις εφευρέσεις του. Ο Ρωσοαμερικανός Ιγκόρ Σικόρσκι συνήθιζε να λέει ότι πηγή της έμπνευσής του για την κατασκευή των ελικοπτέρων του ήταν το βιβλίο του Βερν Ροβήρος ο κατακτητής. Είναι επίσης γνωστό ότι και οι τρεις μεγάλοι πρωτοπόροι της πυραυλικής τεχνολογίας, ο Ρώσος Κονσταντίν Τσιολκόφσκι, ο Αυστρογερμανός Χέρμαν Ομπερτ και ο Αμερικανός Ρόμπερτ Γκόνταρντ είχαν εμπνευσθεί από το βιβλίο του Βερν Από τη Γη στη Σελήνη. Τέλος, ο αμερικανός εξερευνητής των Πόλων Ρίτσαρντ Μπερντ, επιστρέφοντας από μια πτήση πάνω από τον Νότιο Πόλο, είπε «Ο Ιούλιος Βερν με οδήγησε σε αυτό το ταξίδι», αναφερόμενος στα βιβλία Οι περιπέτειες του πλοιάρχου Χατεράς και Το μυστήριο της Ανταρκτικής.
Πέρα όμως από την επιστημονική απήχηση των βιβλίων του, ο Ιούλιος Βερν είχε επηρεάσει και πολλούς λογοτέχνες, μεταξύ των οποίων οι Γάλλοι Αρθούρος Ρεμπό, Ευγένιος Ιονέσκο, Ζαν Κοκτόκαι Αντουάν ντε Σεντ-Εξυπερί.
Μοντέλο του αυτοκινήτου αεροπλάνουπλοίου που οδηγείο Ροβήρος στο βιβλίο «Ο κοσμοκράτωρ»
(από το Μουσείο Βερν στη Νάντη)
Ο «Μεγάλος Ανατολικός»
Για εμάς τους Ελληνες σημαντικότερη είναι ίσως η περίπτωση του Ανδρέα Εμπειρίκου, ο οποίος όχι μόνο εμπνεύστηκε το οκτάτομο μυθιστόρημα-ποταμό Ο Μεγάλος Ανατολικός από το βιβλίο του Βερν Η πλωτή νήσος, αλλά συμπεριέλαβε και τον μεγάλο γάλλο συγγραφέα μεταξύ των επιβατών του υπερωκεάνιου που έδωσε το όνομά του στο βιβλίο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το πλοίο αυτό δεν είναι δημιούργημα της φαντασίας του έλληνα συγγραφέα. Ο «Μεγάλος Ανατολικός» υπήρξε το τελευταίο μεγάλο πλοίο με τροχούς αντί για έλικες και, επειδή δεν είχε επιτυχία ως επιβατηγό, μετατράπηκε σε πλοίο πόντισης καλωδίων και πέτυχε την πρώτη τηλεγραφική σύνδεση Ευρώπης – Αμερικής.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο Ιούλιος Βερν προσπάθησε να κάνει και «πραγματική» επιστημονική φαντασία σε δύο έργα του. Στο πρώτο, το βιβλίο Το Παρίσι στον 20ό αιώνα που γράφτηκε το 1863, όπως και το πρώτο της σειράς «Θαυμαστά ταξίδια», προσπαθεί να φανταστεί πώς θα είναι ο κόσμος ύστερα από 100 χρόνια, ενώ στο δεύτερο, το βιβλίο του Η ημέρα ενός αμερικανού δημοσιογράφου το 2889, που γράφτηκε το 1889, προσπαθεί να φανταστεί πώς θα είναι ο κόσμος ύστερα από 1.000 χρόνια. Για το δεύτερο είναι πολύ νωρίς να εκφέρουμε γνώμη, μπορούμε όμως να πούμε ότι πολλές από τις προβλέψεις του, όπως για παράδειγμα η εξάντληση των ορυκτών καυσίμων, εμφανίστηκαν σε πολύ συντομότερο χρονικό ορίζοντα. Για το πρώτο διαπιστώνουμε ότι είχε εκτιμήσει σωστά μερικές από τις συνέπειες της βιομηχανικής ανάπτυξης αλλά, μη γνωρίζοντας επιστημονικές ανακαλύψεις-κλειδιά, έχασε αρκετές άλλες. Αυτό το βιβλίο, που εκδόθηκε μόλις το 1993 για λόγους που εξηγώ στη συνέχεια, είχα την τύχη να το διαβάσω εκείνη την εποχή και πρέπει να ομολογήσω ότι μου έδειξε έναν Ιούλιο Βερν ποιητικό, ρομαντικό και πεσιμιστή, εντελώς διαφορετικό από αυτόν που είχα γνωρίσει στα παιδικά χρόνια μου. Στο Παρίσι του 1963 κυκλοφορούν αυτοκίνητα που λειτουργούν με πεπιεσμένο αέρα, η πόλη όμως έχει σοβαρό πρόβλημα μόλυνσης της ατμόσφαιρας από τις βιομηχανίες. Οι άνθρωποι έχουν γίνει λιγότερο κοινωνικοί εξαιτίας της εντονότερης εργασιακής απασχόλησης και παρασκευάζονται τρόφιμα από ανόργανες πρώτες ύλες. Η Γη έχει καλυφθεί από ένα πυκνό δίκτυο καλωδίων που στηρίζει τις εκτεταμένες τηλεπικοινωνίες, με τις οποίες είναι δυνατή η αποστολή εικόνων και το «παίξιμο» είκοσι πιάνων σε διαφορετικά σημεία του κόσμου από τον ίδιο καλλιτέχνη. Ολες αυτές οι προβλέψεις έχουν γίνει σήμερα λίγο-πολύ πραγματικότητα. Θα πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι ο Βερν «έχασε» πολύ σημαντικές εξελίξεις, όπως τους κινητήρες εσωτερικής καύσης (ο βενζινοκινητήρας εφευρέθηκε το 1876) και τις ασύρματες τηλεπικοινωνίες (τα ραδιοκύματα προβλέφθηκαν από τον Ρόμπερτ Μάξγουελ το 1867 και ανακαλύφθηκαν από τον Ρούντολφ Χερτς το 1887). Αγνοούσε επίσης τους πυραύλους, αφού η πρώτη πετυχημένη δοκιμή έγινε το 1926, και έτσι στο βιβλίο του Από τη Γη στη Σελήνη εκτοξεύει το διαστημόπλοιο από τη θέση που επέλεξε τελικά η NASA, τη Φλόριδα, και με τη σωστή ταχύτητα διαφυγής, όμως όχι με πύραυλο αλλά με ένα τεράστιο κανόνι σκαμμένο στην πλαγιά ενός βουνού. Πάνω απ’ όλα όμως, «έχασε» την ψηφιακή επανάσταση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και τον συνδυασμό της με τις ασύρματες τηλεπικοινωνίες, που έχουν διαμορφώσει αποφασιστικά την καθημερινή ζωή μας – κινητά τηλέφωνα, ραδιόφωνο, τηλεόραση.
Εκείνο που εντυπωσιάζει στο βιβλίο Το Παρίσι τον 20ό αιώνα είναι ο πεσιμισμός του Βερν, εμφανέστατος από τη στάση του συγγραφέα να θεωρεί την τεχνολογική επανάσταση αίτιο υποβάθμισης όχι μόνο της καθημερινής ζωής των ανθρώπων αλλά και της καλλιτεχνικής δημιουργίας στη λογοτεχνία, στη μουσική και στις καλές τέχνες. Δεν είναι λοιπόν καθόλου ακατανόητο το γεγονός ότι ο εκδότης του Βερν απέρριψε αυτό το μυθιστόρημα, λέγοντας ότι δεν θα αρέσει στους αναγνώστες, και προέτρεψε τον νέο (τότε) συγγραφέα να επικεντρωθεί σε βιβλία ανάλογα με το σχεδόν ταυτόχρονο Πέντε εβδομάδες με αερόστατο, συμβουλή που οδήγησε στα υπόλοιπα 53 βιβλία της σειράς «Θαυμαστά ταξίδια». Ωστόσο η βαθύτερη αντίληψη του Βερν για την εξέλιξη της τεχνολογικής πλευράς του πολιτισμού είναι παρούσα, έστω και όχι τόσο απροκάλυπτα, σε όλα τα έργα του. Το γεγονός αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς, όπως έκανα κι εγώ, διαβάζοντας σε ώριμη ηλικία τα βιβλία του μεγάλου γάλλου συγγραφέα. Η διαμορφωμένη κοσμοθεωρία που έχει πια αποκτήσει ο καθένας μας σε μεγαλύτερη ηλικία μετατοπίζει το ενδιαφέρον από την τεχνολογία και την περιπέτεια στις ανθρώπινες καταστάσεις, και τότε αναδεικνύονται ξεκάθαρα η λογοτεχνική αξία αυτών των έργων και η ποίηση που τα διακρίνει.