~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
σελίδες της εφημερίδας "Αρκαδικό Βήμα" συντάκτες: Αγαθή Γρίβα-Αλεξοπούλου, Πάνος Αϊβαλής, Πόπη Βερνάρδου, Ζαχαρούλα Γαϊτανάκη,
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Buchhandel Bowker Electre Informazioni Editoriali Micronet Nielsen Book Data

~~~~~~~~~~~~~~~~

~~~~~~~~~~~~~~~~

yfos

yfos
"O άνθρωπος πρέπει κάθε μέρα ν' ακούει ένα γλυκό τραγούδι, να διαβάζει ένα ωραίο ποίημα, να βλέπει μια ωραία εικόνα και, αν είναι δυνατόν, να διατυπώνει μερικές ιδέες. Αλλιώτικα χάνει το αίσθημα του καλού και την τάση προς αυτό...". Γκαίτε.

Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Γιάννης Πάνου ...από το στόμα της παλιάς Remington.., εκδ. Καστανιώτης..



"Μια ιστορία χωρίς αρχή και τέλος. Μια παλιά αμαξοστοιχία χωρίς μηχανές. Ένας ατέρμων κοχλίας".

Υπάρχουν μυθιστορήματα όπου ο αναγνώστης είναι ένας άνθρωπος χαμένος μέσα στο χρόνο και στο χώρο. Το ανάστημά του μηδενίζεται μπρος στην οριζόντια απεραντοσύνη. Αμέτρητα καλώδια ξεχύνουν στα πόδια του το καθένα και από μια πληροφορία ασύνδετη για ό,τι κάποτε υπήρξαν όλα αυτά τα πρόσωπα, των οποίων τις ζωές παρακολουθεί. Καθώς πλανιέται μέσα στα γεγονότα, διαγράφει μια τροχιά κυκλική, πάντα την ίδια, συναντά τα ίδια τοπία και πρόσωπα, μα απέχει τόσο πολύ από το κέντρο που έχει την ψευδαίσθηση του ταξιδιού σε ευθεία. Μέσα στη δίνη των γεγονότων αποφασίζει κάποτε ν' ανακρούσει πρύμνα στη συμπαντική ροή του χρόνου, και με την αργή του κίνηση να μπορέσει να βάλει κάποια τάξη, να συσχετίσει τα πράγματα με τα πρόσωπα, έτσι καθώς περνούν αφήνοντας εκπληκτικά έντονες χρωματικές εντυπώσεις από λεπτομέρειες ενώ το όλο σχήμα, η ουσία, παραμένει κλειστή και απροσπέλαστη.

Το "...από το στόμα της παλιάς Remington..." είναι ένα μυθιστόρημα που θέλει προσπάθεια για να το κατακτήσεις. Κι εκεί που νομίζεις ότι τα κατάφερες κι έφτασες στην κορφή, διαπιστώνεις, όχι με λύπη αλλά με έκπληξη, ότι αυτή η κορυφή είναι τυλιγμένη από μια ομίχλη που μόλις και σ' αφήνει να διακρίνεις άλλες... ψηλότερες.

Το βιβλίο βρισκόταν στη βιβλιοθήκη μου πάνω από 20 χρόνια, στην πρώτη του έκδοση (Τρίλοφος 1981, Θεσσαλονίκη). Όποιος παρακολουθεί το ιστολόγιό μου θα έχει προσέξει ότι τα πιο πολλά βιβλία τα διαβάζω με καθυστέρηση πολλών χρόνων από την έκδοσή τους. Όσον αφορά στην ελληνική λογοτεχνία αυτό είναι σχεδόν κανόνας, ίσως γιατί περιμένω να ωριμάσουν...

Δύο χρόνια πριν, πρωτοδιάβασα το "Κιβώτιο"(10/10) του Άρη Αλεξάνδρου και με συνεπήρε τόσο, ώστε λίγες μέρες μετά το ξαναδιάβασα. Την "Remington",αφού την έφθασα ως τη μέση, την έπιασα πάλι από την αρχή, γιατί ένιωσα ότι μου ξέφευγε και μόλις την τέλειωσα, ξαναγύρισα σε πολλά κομμάτια της. Για μένα, η έντονη επιθυμία να ξαναδιαβάσω ένα βιβλίο ή να μη θέλω να τελειώσει, είναι ασφαλές κριτήριο για το χαρακτηρίσω αριστούργημα.

Το μυθιστόρημα περιγράφει την εναγώνια προσπάθεια του αφηγητή να αποδώσει όσο πιο αντικειμενικά γίνεται τον έρωτα του θείου του, Δημητρίου και της Ελένης. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, ξετυλίγει όλη την ιστορία της Ελλάδας του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Από τους Βαλκανικούς πολέμους έως και τον Εμφύλιο. Από την Κυνουρία στην Αθήνα, από την Θεσσαλονίκη στην Ξάνθη και στις Πρέσπες και από το Κάιρο στην Κύπρο. Στη ζωή του προοδευτικού δασκάλου, Δημητρίου, καθρεφτίζεται όλη η κοινωνικοπολιτική ιστορία του τόπου μας. Παράλληλα ξετυλίγονται οι μικρο-ιστορίες δεκάδων άλλων προσώπων, που κινούνται γύρω από τους πρωταγωνιστές, ξεδιπλώνοντας έτσι το μωσαϊκό της μεγάλης εθνικής ιστορίας.
Μπορεί όμως ένα μυθιστόρημα ν' αναπαραστήσει την πραγματικότητα; Ο Πάνου έχει συνείδηση της ματαιότητας του εγχειρήματός του και φροντίζει συνεχώς να μας το επισημαίνει με τρόπο ευφυή, εξιστορώντας μας, τελικά, αυτήν ακριβώς την αδυναμία: Η μυθοπλασία δεν μπορεί να ανασυνθέσει τον κόσμο μας.

Διαβάζοντάς το, ένιωθα σιγά σιγά κι εγώ ένας από τους μπερδεμένους, στους δαίδαλους της ιστορίας του τόπου τους, πρωταγωνιστές της "Remington", καθώς πάσχιζα να πορευτώ μέσα στο λαβύρινθο του κειμένου. Όπως ο αφηγητής προσπαθούσε να ανασυνθέσει τον βίο και τον μεγάλο έρωτα του θείου του μέσα από τα ημερολόγια, τα ποιήματα και την αλληλογραφία του, τα ντοκουμέντα της εποχής, τα λεγόμενα των συγγενών και τις λίγες προσωπικές του αναμνήσεις, έτσι προσπαθούσα, ως αναγνώστης, να ελιχθώ ανάμεσα στις συνεχείς εναλλαγές των πρωτοπρόσωπων αφηγητών (ακόμη και μέσα στην ίδια πρόταση) και τα συνεχή άλματα στο χώρο και στο χρόνο προκειμένου να τιθασεύσω το κείμενο. Ένιωθα να στροβιλίζομαι μέσα στη δίνη των γεγονότων που συγκλόνιζαν τη χώρα και που ο απόηχός τους έφτανε όχι μόνο έως τις άκρες του τόπου αλλά κι ως τη διασπορά της Αιγύπτου.

Το ιστορικό ταξίδι, που ξεκινάει με τη μάχη των Σπαρτιατών και των Αργείων στην αρχαία Κυνουρία έως το καλοκαίρι του 1952 που βρέθηκε ο τελευταίος νεκρός του Εμφυλίου, συμβαδίζει με ένα ταξίδι στη γλώσσα και στη λογοτεχνία μας. Παραθέματα αρχαίων Ελλήνων, από τον Ηρόδοτο ως τον Παυσανία, δημοτικά τραγούδια, αποσπάσματα ντοκουμέντων σε καθαρεύουσα και γλωσσικά ιδιώματα διαφόρων τόπων, δημιουργούν ένα πανόραμα της ελληνικής γλώσσας. Ενώ παράλληλα,ο Πάνου, ανοίγει κάθε τόσο ένα σεντούκι απ' όπου ξεπηδούν μικρά διηγήματα με τον τρόπο των μεγάλων μας ηθογράφων των αρχών του 20ού αιώνα ή μικρές αφηγήσεις με τον τρόπο του Καχτίτση, του Πεντζίκη αλλά και του Προυστ, του Φώκνερ και του Ντος Πάσος.

Ο Γιάννης Πάνου (1943-1998) έχει συνθέσει το αριστουργηματικό του έργο κόμπο-κόμπο προσέχοντας τις αποχρώσεις, τους συνδυασμούς και την τοποθέτησή τους πάνω στην ελληνική ιστορία. Απλώνει μπροστά μας ένα εντυπωσιακό χαλί και κάθε τόσο φροντίζει να το γυρνάει κι από την ανάποδη αποκαλύπτοντάς μας έτσι, την τεχνική του.





"Αν σηκώσεις την άκρη της κρεμασμένης πάνω από το κρεβάτι κεντητής μπάντας, θα θυμηθείς το παλιό καθαρό χρώμα του καπνισμένου τοίχου, με όλο τον κίνδυνο, έτσι καθώς διπλώνεις το ύφασμα και καταστρέφεις τις αναλογίες και την προοπτική, να φέρεις τους άγριους διώκτες πολύ κοντά στον παράτολμο κλέφτη. Αν γελάσεις μ' αυτή τη σκέψη και αδιαφορώντας για τις συνέπειες σηκώσεις πιο πολύ το ύφασμα, τότε θα δεις την πίσω όψη του παραμυθιού, χαμένη τη μαγεία των χρωμάτων, την τεχνική ξεμπροστιασμένη, όλο κόμπους και στηρίγματα και μεγάλες βελονιές". 



Σημειώσεις: Η πρώτη παράγραφος είναι από το βιβλίο και στην οποία, μετά από κάποιες αλλαγές, έχω βάλει στη θέση του "αφηγητή", που απελπισμένος προσπαθεί να ανασυνθέσει τη ζωή του θείου του, τον "αναγνώστη" που προσπαθεί να φθάσει στον πυρήνα του έργου. Στην πρώτη φωτογραφία φαίνεται το παλιό Δημοτικό σχολείο των Δολιανών της Κυνουρίας, απ' όπου καταγόταν ο Πάνου αλλά κι ο Δημήτριος (χωρίς αυτό να δηλώνεται ρητά στο κείμενο). Στη δεύτερη το Κάιρο, όπου εκτυλίσσεται ένα μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος. Στην τελευταία μια μπάντα τοίχου. Από τις εκδόσεις Καστανιώτης κυκλοφόρησε ένα βιβλιαράκι το 2006 αφιερωμένο στο μυθιστόρημά του με τίτλο "25 χρόνια μετά" και κείμενα των Μουλλά, Βούλγαρη, Σκάσση, Φάις, Χατζητάτση, Σαϊνη. Επίσης, η Κυριακάτικη Αυγή είχε κάνει ένα αξιόλογο αφιέρωμα στον Πάνου, το Μάιο του 2008, με αφορμή τα 10 χρόνια απ' το θάνατό του και το οποίο μπορεί να αναζητήσει κανείς στο: http://www.avgi-anagnoseis.blogspot.com/ .(9/10)

«Το ταξίδι κι η εξομολόγηση στάθηκαν οι δυο μεγαλύτερες χαρές της ζωής μου», γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης


Ουναμούνο-Καζαντζάκης


«Το ταξίδι κι η εξομολόγηση (κι η δημιουργία είναι η ανώτερη και πιστότερη μορφή της εξομολόγησης) στάθηκαν οι δυο μεγαλύτερες χαρές της ζωής μου», γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στον πρόλογο του βιβλίου του Ταξιδεύοντας-Ισπανία. Πράγματι, το ταξίδι του έλληνα στοχαστή στη χώρα των Ιβήρων, πριν και κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου πολέμου (1936–1939), ήταν, όπως φαίνεται, πλούσιο σε εμπειρίες: Άβιλα, Βαγιαδολίδ, Σαλαμάνκα, Μαδρίτη, Τολέδο, Κόρδοβα, Σεβίγια, Γρανάδα, κλπ. Εγώ, θα σταθώ στις εντυπώσεις του από την πόλη της Σαλαμάνκα και συγκεκριμένα από τη συνάντησή του με έναν άλλο μεγάλο στοχαστή, τον ισπανό Μιγκέλ ντε Ουναμούνο.

Ο Ουναμούνο (1864 –1936) γεννήθηκε στο Μπιλμπάο, συνέδεσε όμως τη ζωή του με τη Σαλαμάνκα. Άριστος γνώστης των κλασικών γραμμάτων, υπήρξε καθηγητής αρχαίων ελληνικών και αργότερα Πρύτανης του Πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα (ενός από τα αρχαιότερα Πανεπιστήμια της Ευρώπης, με έτος ιδρύσεως το 1218), ποιητής και συγγραφέας μυθιστορημάτων και θεατρικών έργων. Τέλος, ο Ουναμούνο θεωρείται από τους κορυφαίους στοχαστές της γενιάς του, της λεγόμενης γενιάς του 1898. Τα φιλοσοφικά του δοκίμια Για το τραγικό αίσθημα της ζωής (Del sentimiento trágico de la vida, 1913) και Η αγωνία του χριστιανισμού (La agonía del cristianismo,1925) αποτελούν έργα–σταθμούς στην ιστορία της ευρωπαϊκής σκέψης του εικοστού αιώνα.
Γράφει, λοιπόν, ο Καζαντζάκης στον τόμο του Ταξιδεύοντας-Ισπανία ότι δεν ήθελε να αφήσει την Σαλαμάνκα χωρίς να συναντήσει «τον τρομερό σκαντζόχοιρο, τον Ουναμούνο». Έτσι και έγινε: τα δύο αυτά μεγαθήρια του πνεύματος, ο ανήσυχος Kρητικός και ο ανήσυχος Bάσκος συναντήθηκαν στο σπίτι του Ουναμούνο. Η συζήτησή τους είναι ζωηρή κι ενδιαφέρουσα: ο Ουναμούνο εκθέτει στον Καζαντζάκη τις ιδέες του σχετικά με το αβάσταχτο πρόσωπο της αλήθειας. Ο απλός λαός –υπογραμμίζει ο ισπανός– έχει ανάγκη να του πουν ψέματα, να τον εξαπατήσουν. " Όποιος κοιτάξει την αλήθεια κατάματα πεθαίνει" το λέει κι η Παλαιά Διαθήκη, καταλήγει ο Ουναμούνο.
Ο Iσπανός βγάζει και διαβάζει ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Ο μάρτυς Σαν Μανουέλ Μπουένο (San Manuel Bueno, mártir, 1930). Πρόκειται για ένα από τα αριστουργήματά του: σε λιγότερες από 50 σελίδες, περιέχεται όλος ο φιλοσοφικός στοχασμός του Ουναμούνο γύρω από το τραγικό αίσθημα της ζωής. Ο ήρωάς του, ο ιερέας πατέρας Μανουήλ, είναι από μόνος του ένα τραγικό πρόσωπο: χωρίς ο ίδιος να πιστεύει στη μετά θάνατον ζωή, κηρύττει στους πιστούς του χωριού του την πίστη στην άλλη ζωή, εξομολογώντας τους και βοηθώντας τους να πεθάνουν εν ειρήνη. Την ελπίδα όμως που κηρύττει και μεταλαμπαδεύει, ο ίδιος την έχει χάσει προ πολλού.
Το απόσπασμα του έργου που διαβάζει ο Ουναμούνο στον Καζαντζάκη είναι πολύ χαρακτηριστικό: «Η αλήθεια είναι κάτι τρομερό, αβάσταχτο, θανάσιμο...Ο απλός λαός, αν τη μάθει, δε θα μπορέσει πια να ζήσει, και πρέπει να ζήσει, να ζήσει... ». Σ’ αυτό το χωρίο βρίσκεται συμπυκνωμένη όλη η τραγική φιλοσοφία του ισπανού: τον Ουναμούνο δεν τον ενδιέφερε η «ανθρωπότης», σαν όρος αφηρημένος και ουδέτερος. Τον περήφανο αυτό και ντεσπεράντο πολεμιστή (όπως τον λέει ο Καζαντάκης), τον ενδιέφερε πάνω από όλα ο άνθρωπος με σάρκα και οστά, που γεννιέται, ζει, υποφέρει και πεθαίνει. Γράφει ο Ουναμούνο στην πρώτη σελίδα του έργου του Για το τραγικό αίσθημα της ζωής:

Homo sum; nihil humani a me alienum puto, είπε ο ρωμαίος κωμωδιογράφος. Εγώ θα έλεγα καλύτερα: Nullum hominem a me alienum puto; άνθρωπος είμαι, κανέναν άλλον άνθρωπο δε θεωρώ ξένο. Γιατί το επίθετο humanus μου φαίνεται το ίδιο ύποπτο όπως και το ουσιαστικό humanitas, η ανθρωπότητα. Ούτε τα ανθρώπινα ούτε η ανθρωπότητα, ούτε το απλό επίθετο, ούτε το ουσιαστικοποιημένο επίθετο, παρά το συγκεκριμένο ουσιαστικό: ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος με σάρκα και οστά, αυτός που ζει, υποφέρει και πεθαίνει –κυρίως πεθαίνει –, αυτός που τρώει, και πίνει, και παίζει, και κοιμάται, και σκέφτεται, και επιθυμεί: ο άνθρωπος που βλέπουμε και ακούμε, ο αδερφός, ο αληθινός αδερφός.

Συγκρίνετε τώρα αυτά τα λόγια του Ουναμούνο με τα γραφόμενα του Καζαντζάκη στην Ασκητική (1927):

Ο Θεός μας δεν είναι ένας αφηρημένος στοχασμός, μια λογική ανάγκη, ένα αρμονικό αψηλό οικοδόμημα από συλλογισμούς και φαντασίες. […] Είναι άντρας και γυναίκα, θνητός και αθάνατος, κοπριά και πνέμα. Γεννάει, γονιμοποιεί και σκοτώνει, έρωτας μαζί και θάνατος […] Ο Θεός μας δεν είναι παντοδύναμος. Αγωνίζεται, κιντυνεύει κάθε στιγμή, τρέμει, παραπατάει σε κάθε ζωντανό, φωνάζει. Ακατάπαυστα νικιέται και πάλι ανασηκώνεται, γιομάτος αίμα και χώματα, και ξαναρχίζει τον αγώνα.

Οι δυο στοχαστές αναγνωρίζουν ως θεό τους τον άνθρωπο με σάρκα και οστά, τον κοινό θνητό που ζει, αγωνίζεται και –όπως λέει ο Ουναμούνο– αν και δεν θέλει να πεθάνει, πεθαίνει.
Για τον ισπανό στοχαστή, ο σταυρός του ανθρώπου, η πηγή της δυστυχίας του είναι αυτό που τον ξεχωρίζει από τα πλάσματα του ζωϊκού βασιλείου, δηλαδή, η συνείδηση. Σ’ ένα άλλο σημείο του βιβλίου του Για το τραγικό αίσθημα της ζωής δε διστάζει να τη χαρακτηρίσει “αρρώστια”: «Ο άνθρωπος, για να είναι άνθρωπος, για να ’χει συνείδηση, είναι βέβαια, σε σχέση με το γάιδαρο ή με τον κάβουρα, ένα ζώο άρρωστο. Η συνείδηση είναι μια αρρώστια.»
Η ίδια συνείδηση ταλαιπώρησε εν ζωή και τον Καζαντζάκη. Μπεργκσονιστής και νιτσεϊστής, μυστικιστής και διονυσιακός, μαρξιστής και βουδιστής, χριστιανός και αγνωστικιστής συνάμα (όπως και ο Ουναμούνο), πέρασε από πολλές ιδεολογίες με την αμφιβολία και την αγωνία μόνιμα εγκαταστημένη στη ζωή του. Αυτό το υπαρξιακό δίλημμα γύρω από το οποίο αμφιταλαντεύτηκαν ο συγγραφέας τουΖορμπά και ο συγγραφέας του San Manuel Bueno, mártir δεν ήταν άλλο παρά το ακόλουθο: μηδενισμός ή πρόσδεση σε μια ηθική πίστη. Και οι δυο βρήκαν διέξοδο μετουσιώνοντας τις τυραννικές τους ιδέες (obsesiones) σε παραμύθια, σε μυθοπλασία, σε ήρωες μυθιστορηματικούς που συναντιούνται με το πεπρωμένο τους, μάχονται και πάσχουν: Σαν Μανουέλ Μπουένο Μάρτυρ, Αουγκούστο Πέρεθ, Ζορμπάς, Μανολιός, Καπετάν Μιχάλης...

Ο βάσκος στοχαστής (που όσο προχωράει η συζήτηση φαίνεται όλο και πιο φορτισμένος συναισθηματικά), αποχαιρετά τον κρητικό συνομιλητή του με αυτά τα απεγνωσμένα λόγια: «Δεν είμαι φασιστής μήτε μπολσεβίκος. Είμαι μόνος! Μόνος, όπως ο Κρότσε στην Ιταλία!». Μόνος πεθαίνει και ο Οδυσσέας του Καζαντζάκη, ντεσπεράντο και αμοραλιστής, στην κορυφή ενός παγόβουνου στο Νότιο Πόλο, μετά από ένα ταξίδι αυτογνωσίας. All the rest is silence.


Συγγραφέας αυτού του κειμένου είναι η Στέλλα Βουτσά. Είναι απόφοιτος Ελληνικής και Ισπανικής Φιλολογίας και υποψηφία διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα. Το κείμενο αυτό περιλήφθηκε στο τελευταίο τεύχος του λογοτεχνικού περιοδικού Το Δέντρο.

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Θοδωρής Γκόνης: Ενας Νότιος ξεριζωμένος στον Βορρά



Μια σειρά από μικρά κείμενα του αρκάδος ηθοποιού, σκηνοθέτη και στιχουργού Θοδωρή Γκόνη, αυτοβιογραφικές μνήμες από τη 12χρονη παραμονή του σε πόλεις της Βόρειας Ελλάδας
Ενας Νότιος ξεριζωμένος στον Βορρά
Ο Θοδωρής Γκόνης έγινε γνωστός γράφοντας στίχους, ωστόσο από το 2000 και μετά υπήρξε διαδοχικά καλλιτεχνικός διευθυντής στα ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου και Σερρών, και στο Φεστιβάλ Φιλίππων - Θάσου

Ο Θοδωρής Γκόνης, ηθοποιός και σκηνοθέτης εξ Αρκαδίας, δημιούργησε τη δική του παράδοση στην Αθήνα συμμετέχοντας σε όλες τις παραστάσεις της περίφημης «Εποχής» του Βασίλη Παπαβασιλείου, ενώ έγινε πολύ γνωστός γράφοντας ωραίους στίχους για τη μουσική του Νίκου Ξυδάκη. Οταν πέρασε στον τομέα της σκηνοθεσίας, πήρε το δισάκι του και τράβηξε προς Βορράν.
Από το 2000 ως το 2007 ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής στο ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου, την περίοδο 2008-2011 στο ΔΗΠΕΘΕ Σερρών και από το 2009 ως σήμερα καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Φιλίππων - Θάσου. Το να διακονείς την τέχνη επί δώδεκα χρόνια στην επαρχία δεν είναι εύκολο. Είναι κάτι σαν το φανταρικό. Είσαι ξένος σε ξένο τόπο. Οταν μιλάει γι' αυτό, μοιάζει συμφιλιωμένος. Δηλώνει ότι έμαθε τα χούγια της επαρχίας, τις αδυναμίες των δημοτικών αρχόντων, τις αγκυλώσεις των επαρχιακών παραγόντων. Πιστεύει ότι δεν έκανε παραχωρήσεις στην τέχνη του. Πολλές παραστάσεις του συζητήθηκαν και εκείνος δηλώνει ότι τα καταφέρνει ακόμη και με λίγα χρήματα.
Στο βιβλίο του Ο ύπνος της Αδριανουπόλεως παραθέτει έναν απόηχο αυτής της μακρινής εξόδου προς τις βόρειες πόλεις της χώρας. Μικρά κείμενα, ούτε πεζά ούτε ποιητικά, ούτε δοκίμια ούτε περιγραφικά. Θα τα χαρακτηρίζαμε υβριδικά πεζά κείμενα ποιητικής γραφής που ανασυνθέτουν την ψυχολογία, τις διαθέσεις, τα αισθήματα, τις σκέψεις ενός ξεριζωμένου Νότιου στον Βορρά. Μια αναμέτρηση με τον εαυτό του, τη μοναξιά του, την τέχνη και τις αισθήσεις του.

Κάθε λέξη και ένα νόημα
Τα θέματά του περικλείονται στις λέξεις του. Κάθε λέξη και ένα ολόκληρο νόημα. Για παράδειγμα, η λέξη «ένα». «Ενα κορίτσι αγαπάμε. Μια δουλειά κάνουμε. Σ' ένα σημείο σκάβουμε. Σ' έναν θεό πιστεύουμε... Γιατί το ένα είναι νικητής, αγωνιστής. Στο ένα επάνω στρώνεις και προσεύχεσαι, ονειρεύεσαι αυτό που θα γίνεις όταν μεγαλώσεις. Στο ένα τροχίζεις το κλειδί σου, τη φωνή σου, τη λέξη σου». Και οι λέξεις του Γκόνη είναι πολλές. Γεμάτες αισθήματα, μυρωδιές, αγάπες, τόπους, νοήματα. Πουλιά, ψάρια, καρβέλια, καλάθια, μπάμιες, ρόγες σταφύλι, απλά πράγματα. Ενας γάιδαρος τον συγκινεί και πλέκει μια ολόκληρη φιλοσοφία ζωής. Ενα δέντρο που ανθίζει και δεν ξέρει το όνομά του. Ενας κισσός ανεβαίνει στα βράχια και τον οδηγεί σε μια θέαση ζωής.

Και πίσω από όλα αυτά τα βιβλία, όπου ανακαλύπτει «τις πρώτες ύλες ενός κόσμου παλιού, αποκαλυπτικά σύγχρονου: το θέατρο της ζωής». Συγκινητική η επίσκεψη στη θεία που περνάει τις τελευταίες στιγμές της στο νοσοκομείο. Δίπλα στο κομοδίνο της το «Πόλεμος και ειρήνη» του Τολστόι. «Ετοιμάζεται για την τελευταία μάχη μελετώντας».
Τα κείμενα του Γκόνη μπορεί να τα δει κανείς και σαν μια ιδιότυπη αυτοβιογραφία, αφού η παράδοση, η καταγωγή, ο πατέρας και η μάνα, η πατρίδα είναι σαν θεμέλιοι λίθοι σε ό,τι αναπτύσσεται με τα απλά υλικά των καθημερινών λέξεων. Πίσω τους ένας ολόκληρος κόσμος και ένα παράπονο. Χάνονται όσα αγαπάμε, αλλά δεν το ξέρουμε.

_______________

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

Πρόσκληση Πανεπιστημίου Πελοποννήσου στην εκδήλωση: "Από την οικονομική στην κοινωνική κρίση. Επιπτώσεις και προοπτικές"



Εκ μέρους του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου,
 Καθηγητή Θεόδωρου Π. Παπαθεοδώρου, 
σας προσκαλούμε στην εκδήλωση με θέμα: «Από την οικονομική στην κοινωνική κρίση. 
Επιπτώσεις και προοπτικές», που θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012 και ώρα 19:30, 
στην αίθουσα του Φιλοτεχνικού Ομίλου Τρίπολης, στην Τρίπολη.


Ειδήσεις