"Μια ιστορία χωρίς αρχή και τέλος. Μια παλιά αμαξοστοιχία χωρίς μηχανές. Ένας ατέρμων κοχλίας".
Υπάρχουν μυθιστορήματα όπου ο αναγνώστης είναι ένας άνθρωπος χαμένος μέσα στο χρόνο και στο χώρο. Το ανάστημά του μηδενίζεται μπρος στην οριζόντια απεραντοσύνη. Αμέτρητα καλώδια ξεχύνουν στα πόδια του το καθένα και από μια πληροφορία ασύνδετη για ό,τι κάποτε υπήρξαν όλα αυτά τα πρόσωπα, των οποίων τις ζωές παρακολουθεί. Καθώς πλανιέται μέσα στα γεγονότα, διαγράφει μια τροχιά κυκλική, πάντα την ίδια, συναντά τα ίδια τοπία και πρόσωπα, μα απέχει τόσο πολύ από το κέντρο που έχει την ψευδαίσθηση του ταξιδιού σε ευθεία. Μέσα στη δίνη των γεγονότων αποφασίζει κάποτε ν' ανακρούσει πρύμνα στη συμπαντική ροή του χρόνου, και με την αργή του κίνηση να μπορέσει να βάλει κάποια τάξη, να συσχετίσει τα πράγματα με τα πρόσωπα, έτσι καθώς περνούν αφήνοντας εκπληκτικά έντονες χρωματικές εντυπώσεις από λεπτομέρειες ενώ το όλο σχήμα, η ουσία, παραμένει κλειστή και απροσπέλαστη.
Το "...από το στόμα της παλιάς Remington..." είναι ένα μυθιστόρημα που θέλει προσπάθεια για να το κατακτήσεις. Κι εκεί που νομίζεις ότι τα κατάφερες κι έφτασες στην κορφή, διαπιστώνεις, όχι με λύπη αλλά με έκπληξη, ότι αυτή η κορυφή είναι τυλιγμένη από μια ομίχλη που μόλις και σ' αφήνει να διακρίνεις άλλες... ψηλότερες.
Το βιβλίο βρισκόταν στη βιβλιοθήκη μου πάνω από 20 χρόνια, στην πρώτη του έκδοση (Τρίλοφος 1981, Θεσσαλονίκη). Όποιος παρακολουθεί το ιστολόγιό μου θα έχει προσέξει ότι τα πιο πολλά βιβλία τα διαβάζω με καθυστέρηση πολλών χρόνων από την έκδοσή τους. Όσον αφορά στην ελληνική λογοτεχνία αυτό είναι σχεδόν κανόνας, ίσως γιατί περιμένω να ωριμάσουν...
Δύο χρόνια πριν, πρωτοδιάβασα το "Κιβώτιο"(10/10) του Άρη Αλεξάνδρου και με συνεπήρε τόσο, ώστε λίγες μέρες μετά το ξαναδιάβασα. Την "Remington",αφού την έφθασα ως τη μέση, την έπιασα πάλι από την αρχή, γιατί ένιωσα ότι μου ξέφευγε και μόλις την τέλειωσα, ξαναγύρισα σε πολλά κομμάτια της. Για μένα, η έντονη επιθυμία να ξαναδιαβάσω ένα βιβλίο ή να μη θέλω να τελειώσει, είναι ασφαλές κριτήριο για το χαρακτηρίσω αριστούργημα.
Το μυθιστόρημα περιγράφει την εναγώνια προσπάθεια του αφηγητή να αποδώσει όσο πιο αντικειμενικά γίνεται τον έρωτα του θείου του, Δημητρίου και της Ελένης. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, ξετυλίγει όλη την ιστορία της Ελλάδας του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Από τους Βαλκανικούς πολέμους έως και τον Εμφύλιο. Από την Κυνουρία στην Αθήνα, από την Θεσσαλονίκη στην Ξάνθη και στις Πρέσπες και από το Κάιρο στην Κύπρο. Στη ζωή του προοδευτικού δασκάλου, Δημητρίου, καθρεφτίζεται όλη η κοινωνικοπολιτική ιστορία του τόπου μας. Παράλληλα ξετυλίγονται οι μικρο-ιστορίες δεκάδων άλλων προσώπων, που κινούνται γύρω από τους πρωταγωνιστές, ξεδιπλώνοντας έτσι το μωσαϊκό της μεγάλης εθνικής ιστορίας.
Μπορεί όμως ένα μυθιστόρημα ν' αναπαραστήσει την πραγματικότητα; Ο Πάνου έχει συνείδηση της ματαιότητας του εγχειρήματός του και φροντίζει συνεχώς να μας το επισημαίνει με τρόπο ευφυή, εξιστορώντας μας, τελικά, αυτήν ακριβώς την αδυναμία: Η μυθοπλασία δεν μπορεί να ανασυνθέσει τον κόσμο μας.
Διαβάζοντάς το, ένιωθα σιγά σιγά κι εγώ ένας από τους μπερδεμένους, στους δαίδαλους της ιστορίας του τόπου τους, πρωταγωνιστές της "Remington", καθώς πάσχιζα να πορευτώ μέσα στο λαβύρινθο του κειμένου. Όπως ο αφηγητής προσπαθούσε να ανασυνθέσει τον βίο και τον μεγάλο έρωτα του θείου του μέσα από τα ημερολόγια, τα ποιήματα και την αλληλογραφία του, τα ντοκουμέντα της εποχής, τα λεγόμενα των συγγενών και τις λίγες προσωπικές του αναμνήσεις, έτσι προσπαθούσα, ως αναγνώστης, να ελιχθώ ανάμεσα στις συνεχείς εναλλαγές των πρωτοπρόσωπων αφηγητών (ακόμη και μέσα στην ίδια πρόταση) και τα συνεχή άλματα στο χώρο και στο χρόνο προκειμένου να τιθασεύσω το κείμενο. Ένιωθα να στροβιλίζομαι μέσα στη δίνη των γεγονότων που συγκλόνιζαν τη χώρα και που ο απόηχός τους έφτανε όχι μόνο έως τις άκρες του τόπου αλλά κι ως τη διασπορά της Αιγύπτου.
Το ιστορικό ταξίδι, που ξεκινάει με τη μάχη των Σπαρτιατών και των Αργείων στην αρχαία Κυνουρία έως το καλοκαίρι του 1952 που βρέθηκε ο τελευταίος νεκρός του Εμφυλίου, συμβαδίζει με ένα ταξίδι στη γλώσσα και στη λογοτεχνία μας. Παραθέματα αρχαίων Ελλήνων, από τον Ηρόδοτο ως τον Παυσανία, δημοτικά τραγούδια, αποσπάσματα ντοκουμέντων σε καθαρεύουσα και γλωσσικά ιδιώματα διαφόρων τόπων, δημιουργούν ένα πανόραμα της ελληνικής γλώσσας. Ενώ παράλληλα,ο Πάνου, ανοίγει κάθε τόσο ένα σεντούκι απ' όπου ξεπηδούν μικρά διηγήματα με τον τρόπο των μεγάλων μας ηθογράφων των αρχών του 20ού αιώνα ή μικρές αφηγήσεις με τον τρόπο του Καχτίτση, του Πεντζίκη αλλά και του Προυστ, του Φώκνερ και του Ντος Πάσος.
Ο Γιάννης Πάνου (1943-1998) έχει συνθέσει το αριστουργηματικό του έργο κόμπο-κόμπο προσέχοντας τις αποχρώσεις, τους συνδυασμούς και την τοποθέτησή τους πάνω στην ελληνική ιστορία. Απλώνει μπροστά μας ένα εντυπωσιακό χαλί και κάθε τόσο φροντίζει να το γυρνάει κι από την ανάποδη αποκαλύπτοντάς μας έτσι, την τεχνική του.
"Αν σηκώσεις την άκρη της κρεμασμένης πάνω από το κρεβάτι κεντητής μπάντας, θα θυμηθείς το παλιό καθαρό χρώμα του καπνισμένου τοίχου, με όλο τον κίνδυνο, έτσι καθώς διπλώνεις το ύφασμα και καταστρέφεις τις αναλογίες και την προοπτική, να φέρεις τους άγριους διώκτες πολύ κοντά στον παράτολμο κλέφτη. Αν γελάσεις μ' αυτή τη σκέψη και αδιαφορώντας για τις συνέπειες σηκώσεις πιο πολύ το ύφασμα, τότε θα δεις την πίσω όψη του παραμυθιού, χαμένη τη μαγεία των χρωμάτων, την τεχνική ξεμπροστιασμένη, όλο κόμπους και στηρίγματα και μεγάλες βελονιές".
Σημειώσεις: Η πρώτη παράγραφος είναι από το βιβλίο και στην οποία, μετά από κάποιες αλλαγές, έχω βάλει στη θέση του "αφηγητή", που απελπισμένος προσπαθεί να ανασυνθέσει τη ζωή του θείου του, τον "αναγνώστη" που προσπαθεί να φθάσει στον πυρήνα του έργου. Στην πρώτη φωτογραφία φαίνεται το παλιό Δημοτικό σχολείο των Δολιανών της Κυνουρίας, απ' όπου καταγόταν ο Πάνου αλλά κι ο Δημήτριος (χωρίς αυτό να δηλώνεται ρητά στο κείμενο). Στη δεύτερη το Κάιρο, όπου εκτυλίσσεται ένα μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος. Στην τελευταία μια μπάντα τοίχου. Από τις εκδόσεις Καστανιώτης κυκλοφόρησε ένα βιβλιαράκι το 2006 αφιερωμένο στο μυθιστόρημά του με τίτλο "25 χρόνια μετά" και κείμενα των Μουλλά, Βούλγαρη, Σκάσση, Φάις, Χατζητάτση, Σαϊνη. Επίσης, η Κυριακάτικη Αυγή είχε κάνει ένα αξιόλογο αφιέρωμα στον Πάνου, το Μάιο του 2008, με αφορμή τα 10 χρόνια απ' το θάνατό του και το οποίο μπορεί να αναζητήσει κανείς στο: http://www.avgi-anagnoseis.blogspot.com/ .(9/10)