ΠΟΙΗΣΗ
Φιλόλογος
Στις 19
Δεκεμβρίου 1911 (1η Ιανουαρίου 1912 με το ισχύον ημερολόγιο) στις
Κροκεές της Λακωνίας γεννήθηκε ένας από τους σημαντικότερους Νεοέλληνες
ποιητές, ο Νικηφόρος Βρεττάκος(**).
Την αναφορά μας στο
Λάκωνα ποιητή υπαγορεύει η επέτειος γεννήσεώς του αλλά και αυτός καθ’ εαυτόν ο
ποιητικός του λόγος. Με την αγάπη και την ειρήνη ως θεμελιώδεις έννοιές του ο
ποιητικός λόγος του Νικηφόρου Βρεττάκου είναι βαθιά ανθρωπιστικός και γι’ αυτό
πάντα επίκαιρος.
Όπως αποκαλύπτεται
στις εκατοντάδες των στίχων του, ο Νικηφόρος Βρεττάκος είναι ένας τρυφερός
άνθρωπος και ποιητής με την καρδιά γεμάτη αγάπη για τον άνθρωπο, τον καθένα
χωριστά και όλους μαζί, την ανθρωπότητα ολόκληρη. «Έχω μια μητέρα, την Ελλάδα
και μια αδερφή, την ανθρωπότητα σημειώνει στο γεμάτο ένταση δοκίμιο του
«Γράμματα εις εαυτόν». Ο λόγος αποκτά ιδιαίτερο ηθικό βάρος, όταν γράφεται από
το χέρι ενός ανθρώπου βασανισμένου όπως ο Νικηφόρος Βρεττάκος που οικογενειακές
δυστυχίες σημάδεψαν τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια και αργότερα πολλές από
τις εθνικές συμφορές (δικτατορία 4ης Αυγούστου, Β’ παγκόσμιος
πόλεμος, εθνικός διχασμός, δικτατορία 1967) έγιναν και προσωπική του πικρή
μοίρα.
Το ότι κατάφερε να
μετατρέψει την οδύνη της ζωής σε αγάπη και ποίηση γεμάτη φως αποδεικνύει το
μεγαλείο του ως ανθρώπου και ποιητή. Στο ποίημα «Το μεσουράνημα της φωτιάς» από
τη συλλογή «Ο χρόνος και το ποτάμι» αποτόλμησε να αναγάγει την αγάπη σε αξίωμα
(η λέξη αξίωμα με τη φιλοσοφική έννοια της αυταπόδεικτης αλήθειας).
Παραλλάσσοντας το γνωστό αξίωμα του Καρτέσιου «σκέπτομαι άρα υπάρχω» έγραφε.
…..Η σκέψη μου είναι αγάπη κι η αγάπη μου σκέψη …..
Μη ρωτήστε που πέφτουν τα ποτάμια της γης
τι στηρίζουν οι κορφές των
βουνών
τι κρύβει πάνω μας η μεγάλη
φωτιά
Δε ρωτώ γι’ άλλο τίποτα.
Τραγουδώ σαν πουλί στο ακρινότερο
δέντρο του κόσμου:
Αγαπώ άρα υπάρχω
Η αγάπη του γίνεται
στοργή, έγνοια, αγκαλιά ανοιχτή, όταν απευθύνεται σε ανθρώπους κατατρεγμένους,
πεινασμένους και πονεμένους.
Διαβάζουμε στο πολύ
γνωστό ποίημα «Μαζεύω τα πεσμένα στάχυα» από τη συλλογή τα «Θολά
ποτάμια»:
Μαζεύω τα πεσμένα στάχυα να σου
στείλω λίγο ψωμί
μαζεύω με το σπασμένο χέρι μου
ό,τι απόμεινε απ’ τον ήλιο
να σου το στείλω να ντυθείς·
έμαθα πως κρυώνεις …..
Πάρε όποιο δρόμο, όποια κορφή,
ρώτα όποιο δέντρο θέλεις
Μ’ ακούς; Οι δρόμοι όλης της
γης βγαίνουνε στη καρδιά μου.
Στο
ποίημα «Σέλας» από τη συλλογή «Εσωτερική περιπέτεια» η πλατιά αγκαλιά γίνεται
μεγαλύτερη, για να αγκαλιάσει ολόκληρη την
υδρόγειο».
Γράφει
χαρακτηριστικά:
Τα διαστήματα έγιναν αβαθή μπρος το βάθος
της ανθρώπινης θλίψης, δρόμοι
εύκολοι οι λόχμες
μπρος στης σκέψης το αδιέξοδο.
Ας μπορούσα να γινόμουν
ένα τζάμι απ’ όπου θα δυνόταν
το βλέμμα
να διακρίνει ένα φως, ας
μπορούσα να γίνω
το στοιχείο που λείπει, ένα
νέο φαινόμενο
φυσικό, σαν μια πάχνη, μια
γάζα
-να μπορώ να τυλίγω στις
δύσκολες
ώρες της την Υδρόγειο – ένα
σέλας
Στο δεύτερο λυρικό δοκίμιό του «Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου» – εκδόθηκε το 1949, όταν ο μεταπολεμικός κόσμος χωρισμένος ήδη σε ανατολικό και δυτικό μπλοκ έδειχνε να μην βαδίζει στη σωστή κατεύθυνση – ο Νικηφόρος Βρεττάκος διακήρυσσε την πεποίθηση του ότι ο σεβασμός και η αγάπη ανθρώπου προς άνθρωπο είναι οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την εδραίωση της ειρήνης. Έλεγε εμφαντικά «… Δεν υπάρχει ελπίδα να γνωρίσουμε την ειρήνη του κόσμου, δεν υπάρχει ελπίδα να γνωρίσουμε τις δημιουργικές ικανότητες του ανθρώπου, αν δεν αισθανθούμε το δικό του εγώ μέσα στο δικό μας και το δικό μας μέσα στο δικό του. Και συνέχιζε σε άλλο σημείο «Τότε η επιβολή της ειρήνης θα είναι οριστική· τότε, όταν απάνω από κάθε πόλη στην είσοδο και στην έξοδο κάθε έθνους θα έχει αναρτηθεί τούτη η φωτεινή επιγραφή: «ο άνθρωπος είναι ο λόγος».
Στην ειρήνη έχει αφιερώσει ο Νικηφόρος Βρεττάκος πολλά από τα ποιήματα του. Ανυπέρβλητο ωστόσο ανάμεσά τους παραμένει το «Μεγαλυνάρι της ειρήνης» από τη συλλογή τα «Θολά ποτάμια». Στους 30 περίπου στίχους του αισθητοποιεί με εικόνες την ειρήνη ως κατάσταση γαλήνης στο στερέωμα, στη γη: σε βουνά και θάλασσες, σε χωριά και πολιτείες κ’ περισσότερο ως κατάσταση πανανθρώπινης ευφροσύνης και πλησμονής.
Παραθέτω την τελευταία στροφή:
Τ’ όνομά σου: Ειρήνη στα κλωνάρια
του δάσους
Τ’ όνομά σου: Ειρήνη στους
δρόμους των πόλεων
Τ’ όνομά σου: Ειρήνη στις ρότες των πλοίων
Τ’ όνομά σου: ένας άρτος, βαλμένος στην άκρη της γης
Τ’ όνομά σου: Ειρήνη στις ρότες των πλοίων
Τ’ όνομά σου: ένας άρτος, βαλμένος στην άκρη της γης
που περίσσεψε
Τ’ όνομά σου: αέτωμα
περιστεριών στον ορίζοντα
Τ’ όνομά σου: αλληλούια πάνω
στο Έβερεστ.
Στο ποίημα «Κρύπτη»
από τη συλλογή «Διακεκριμένος πλανήτης» 30 και πλέον χρόνια μετά το
«Μεγαλυνάρι» έγραφε:
Ανακάλυψα πως η καρδιά μου
είναι μια κρύπτη
είναι μια κρύπτη
και μέσα της βρίσκεται το
παγκόσμιο εμβατήριο
της ειρήνης· και πως
ο ήλιος χαμήλωσε
κι ακόμα δεν άδειασα
την κρύπτη σου, Κύριε
Πράγματι ο Νικηφόρος Βρεττάκος στη μακρόχρονη ποιητική διαδρομή του δεν κουράστηκε να τραγουδά το εμβατήριο της ειρήνης, δεν κουράστηκε να σφυρίζει το σκοπό της.
Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει; Την ποιητική του ευαισθησία κινητοποιούσε πάντα η ίδια θερμουργός δύναμη, η αγάπη· στη συνείδηση του πάντα βάραινε η ευθύνη απέναντι στις μελλοντικές γενιές και το χρέος απέναντι στις εκατόμβες των νεκρών συμπολεμιστών του στο Αλβανικό Μέτωπο και στα άλλα μέτωπα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Έγραφε χαρακτηριστικά στο δοκίμιο που προαναφέραμε: «Η συνείδηση μου είναι ένα άθροισμα από σπίτια που καίγονται· από λαβωμένους που μορφάζουν ζητώντας βοήθεια· από νεκρούς που αφήνουν να διαγραφεί πάνω στο πρόσωπό τους σαν ερωτηματικό το τελευταίο χαμόγελό τους».
Σήμερα 72 χρόνια μετά το τέλος του μεγάλου εκείνου πολέμου, η απειλή μιας νέας γενικευμένης σύρραξης επικρέμαται πάνω από την ανθρωπότητα. Το ψυχροπολεμικό κλίμα ανάμεσα στους ισχυρούς της γης έχει αναβιώσει και ο ανταγωνισμός μεταξύ τους έχει ενταθεί. Οι πολεμικές ιαχές και εθνικιστικές κορώνες από πλανητάρχες, σουλτάνους και γραφικούς, πλην όμως επικίνδυνους, δικτατορίσκους ακούγονται όλο και συχνότερα. Τα πολεμικά μέτωπα στη Μέση Ανατολή παραμένουν ανοιχτά και οι στρατιές των ξεριζωμένων πλημμυρίζουν στεριές και θάλασσες. Τα θύματα της ισλαμιστικής τρομοκρατίας αυξάνονται διαρκώς. Και μ’ όλα αυτά η παγκόσμια κοινότητα φαίνεται να βρίσκεται σε κατάσταση σύγχυσης· πολλοί είναι οι φοβισμένοι, αρκετοί οι αδιάφοροι και εξίσου πολλοί οι φανατισμένοι.
Είναι οπωσδήποτε εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξει η ζοφερή αυτή πραγματικότητα και πολλοί είναι απαισιόδοξοι. Εντούτοις όμως η προσπάθεια δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί. Οι ψυχραιμότεροι και πάντως οι φιλειρηνιστές ηγέτες πρέπει να υψώσουν τη φωνή τους· τα κοινοβούλια να αντιπροσωπεύσουν τους λαούς· οι διεθνείς οργανισμοί και οργανώσεις να αφεθούν ή να αναγκαστούν να ασκήσουν το ρόλο για τον οποίο συγκροτήθηκαν και προπαντός το παγκόσμιο κίνημα ειρήνης πρέπει να επανακτήσει τη δυναμική και μαζικότητα παλαιότερων δεκαετιών, κυρίως μέσω της ευαισθητοποίησης της κοινωνίας των πολιτών. Σ’ αυτό το τελευταίο μπορούν να συντελέσουν η οργανωμένη παιδεία με τους λειτουργούς της και οι άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης με την προσωπική τους ακτινοβολία και τη δύναμη της σκέψης και του δημιουργικού τους έργου.
Εδώ έχει τη θέση του – στ’ αλήθεια ξεχωριστή – και ο Νικηφόρος Βρεττάκος.
Μπορεί ο ίδιος ως φυσική παρουσία να λείπει πλέον από κοντά μας, όμως ο ποιητικός του λόγος βαθιά ανθρωπιστικός είναι πάντα παρών και έχει τη δύναμη να αγγίζει τις πιο ευαίσθητες χορδές της ψυχής μας, να αναθερμαίνει την πίστη μας σε αξίες και ιδανικά όπως η αγάπη και η ανθρώπινη αλληλεγγύη και να ενισχύει την αγωνιστική μας διάθεση για διεκδίκηση της παγκόσμιας ειρήνης.
~~~~~~~~~~~~
(**) Ο Νικηφόρος Βρεττάκος ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής
και δοκιμιογράφος. Θεωρείται ένας από του μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές.
Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1912 στο Δήμο Κροκεών πέθανε στις 4 Αυγούστου 1991.
Σπούδασε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Βιβλία του, Το αγρίμι, Η εκλογή μου: ποιήματα 1933-1991, Οδύνη,
Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1912 στο Δήμο Κροκεών πέθανε στις 4 Αυγούστου 1991.
Σπούδασε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Βιβλία του, Το αγρίμι, Η εκλογή μου: ποιήματα 1933-1991, Οδύνη,
* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Αρκαδικό Βήμα", Μάρτιος 2018.