~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
σελίδες της εφημερίδας "Αρκαδικό Βήμα" συντάκτες: Αγαθή Γρίβα-Αλεξοπούλου, Πάνος Αϊβαλής, Πόπη Βερνάρδου, Ζαχαρούλα Γαϊτανάκη,
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Buchhandel Bowker Electre Informazioni Editoriali Micronet Nielsen Book Data

~~~~~~~~~~~~~~~~

~~~~~~~~~~~~~~~~

yfos

yfos
"O άνθρωπος πρέπει κάθε μέρα ν' ακούει ένα γλυκό τραγούδι, να διαβάζει ένα ωραίο ποίημα, να βλέπει μια ωραία εικόνα και, αν είναι δυνατόν, να διατυπώνει μερικές ιδέες. Αλλιώτικα χάνει το αίσθημα του καλού και την τάση προς αυτό...". Γκαίτε.

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

MIA ΑΓΝΩΣΤΗ ΑΛΛΑ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ....

Μάρτιος του 1811, τα στρατεύματα της βρετανικής διοίκησης της Ζακύνθου διενεργούν απόβαση στη Λευκάδα, με σκοπό να καταλάβουν το κάστρο του νησιού, που κατείχαν οι Γάλλοι. Η συνολική δύναμη των αποβιβασθέντων ανερχόταν σε 3.000 άνδρες (Βρετανοί, Έλληνες, Κορσικανοί, Σικελοί, Καλαβρέζοι). Ανάμεσά τους και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, λοχαγός, τότε, του Πρώτου Συντάγματος Ελαφρού Ελληνικού Πεζικού του Δούκα της Υόρκης, επικεφαλής 500 Ελλήνων. Οι τελευταίοι έφθασαν στο πρώτο γαλλικό οχύρωμα, το οποίο υπεράσπιζαν κυρίως Σουλιώτες. Ο Κολοκοτρώνης, προσπαθώντας να μη χυθεί αδελφικό αίμα, φώναξε προς τους συμπατριώτες του να εγκαταλείψουν τους Γάλλους, εκείνοι όμως αρνήθηκαν. Πραγματοποιήθηκε σφοδρή έφοδος και, ύστερα από μια σύντομη μάχη σώμα με σώμα, το οχύρωμα κατελήφθη. Δεκάδες Έλληνες από το Σούλι, κείτονταν νεκροί προς δόξα της «Γηραιάς Αλβιώνας».

Ο δρόμος προς την πρωτεύουσα του νησιού ήταν ανοικτός. Οι Γάλλοι αποσύρθηκαν στο κυρίως κάστρο, αποφασισμένοι να «πουλήσουν» κάθε μέτρο γης με άφθονο αίμα. Καθώς οι πρώτοι Βρετανοί στρατιώτες ξεπρόβαλαν από τα στενά σοκάκια της πόλης, τους υποδέχθηκε μια βροχή από σφαίρες και οβίδες. Οι πυροβολισμοί ήταν τόσο πυκνοί και εύστοχοι, που ανάγκασαν πολλούς απ” αυτούς να πέσουν στη θάλασσα για να γλιτώσουν.
Μετά την κατάληψη και της δεύτερης οχυρωματικής γραμμής από τους Έλληνες, οι Γάλλοι αναδιπλώθηκαν στα οχυρά της Γύρας, έτοιμοι να πολεμήσουν με τη λύσσα της απελπισίας. Κατά την προσφιλή συνήθεια των στρατευμάτων μιας Αυτοκρατορίας, πρώτοι παρατάχθηκαν οι αναλώσιμοι «πολίτες» των αποικιών (Έλληνες, Σικελοί και Κορσικανοί) και τελευταίοι οι Βρετανοί. Όταν πλησίασαν οι Έλληνες, δέχθηκαν τα φονικά πυρά των Γάλλων. Ο Κολοκοτρώνης, από φόβο μήπως η μεγαλύτερη φθορά πέσει στους συμπατριώτες του, τους διέταξε να πέσουν κάτω. Τα εχθρικά πυρά πέρασαν από πάνω τους και θέρισαν τους Βρετανούς, οι οποίοι βρέθηκαν ξαφνικά χωρίς την ανθρώπινη ασπίδα, που σχημάτιζαν οι Έλληνες.
Πριν προλάβουν οι Γάλλοι να ξαναγεμίσουν τα πυροβόλα τους, οι άνδρες του Κολοκοτρώνη, χρησιμοποιώντας σιδερένια καρφιά, είχαν ήδη αναρριχηθεί στις επάλξεις. Πρώτος ανέβηκε ο Κολοκοτρώνης και ύψωσε στο οχυρό της Γύρας τη βρετανική σημαία, ποτισμένη με αγγλικό αίμα αυτή τη φορά. Δέκα χρόνια αργότερα θα ύψωνε το φλάμπουρο της Επανάστασης στην Πελοπόννησο.
Εξαιτίας των βρετανικών απωλειών, ο Κολοκοτρώνης πέρασε στρατοδικείο. Εκεί όμως έθεσε σε εφαρμογή όλη του την πανουργία. Είπε, δήθεν, ότι τέτοια ήταν πάντα η ελληνική τακτική. Κατά την έφοδο, δηλαδή, να πέφτουν κάτω ξαφνικά, ώστε να αποφεύγουν τα εχθρικά πυρά και αμέσως μετά να επιτίθενται. Οι στρατοδίκες, όχι μόνον τον αθώωσαν, αλλά επιπλέον τον επαίνεσαν!
Νίκος Γιαννόπουλος
ιστορικός

Ειδήσεις